κεφαλίνες

κεφαλίνες
Υποομάδα φωσφολιπιδίων, τα οποία είναι διαδεδομένα στους φυτικούς και ζωικούς οργανισμούς ως συστατικά των βιολογικών μεμβρανών. Οι σημαντικότερες κ. είναι η φωσφατιδυλοσερίνη και η φωσφατιδυλαιθανολαμίνη. Οι κ. συναντώνται σε αφθονία στους νευρικούς ιστούς, ιδιαίτερα στον εγκέφαλο, απ’ όπου απομονώθηκε για πρώτη φορά η φωσφατιδυλοσερίνη. Τα μόρια των κ. μπορεί να είναι φωσφατίδια αιθυλαμίνης ή φωσφατίδια σερίνης. Οι κ. παρουσιάζουν πολικότητα λόγω της παρουσίας στο μόριό τους ενός ιονισμένου –σε ουδέτερο pH– φωσφορικού οξέος και ριζών από αμίνες. Οι διάφορες κ. διακρίνονται από τη φύση και την περιεκτικότητα των λιπαρών οξέων που περιέχουν.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • λιπίδια ή λιποειδή — Κατηγορία ενώσεων ποικίλης δομής, αλλά με κοινές τις γενικές ιδιότητες των λιπών. Πολύ συχνά οι όροι λ. και λίπη θεωρούνται συνώνυμοι. Στον ανθρώπινο οργανισμό διακρίνονται σε λ. αποθέματος, με λειτουργίες πλαστικές, προστατευτικές και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”